Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009
Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009
Το λιώσιμο των πάγων
Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009
Ψυχαμοιβός
βαθύτερα ἀπ᾿ τὴ σκέψη καὶ περισσότερο
δικά μας ὅπως τὸ αἷμα καὶ περισσότερο
βυθίσανε στὴν κάψα τοῦ μεσημεριοῦ
πίσω ἀπὸ τὰ κατάρτια
Μέσα στὶς ἁλυσίδες καὶ στὶς προσταγὲς
κανεὶς δὲ θυμᾶται
Οἱ ἄλλες μέρες οἱ ἄλλες νύχτες
σώματα, πόνος καὶ ἡδονὴ
ἡ πίκρα τῆς ἀνθρώπινης γύμνιας κομματιασμένη
πιὸ χαμηλὴ κι ἀπὸ τὶς πιπεριὲς σὲ σκονισμένους δρόμους
καὶ τόσες γοητεῖες καὶ τόσα σύμβολα
στὸ τελευταῖο κλωνάρι
στὸν ἴσκιο τοῦ μεγάλου καραβιοῦ
ἴσκιος ἡ μνήμη.
Τὰ χέρια ποὺ μᾶς ἄγγιξαν δὲ μᾶς ἀνήκουν, μόνο
βαθύτερα, ὅταν σκοτεινιάζουν τὰ τριαντάφυλλα
ἕνας ρυθμὸς στὸν ἴσκιο τοῦ βουνοῦ, τριζόνια
νοτίζει τὴ σιωπή μας μὲς στὴ νύχτα
γυρεύοντας τὸν ὕπνο τοῦ πελάγου
γλιστρώντας πρὸς τὸν ὕπνο τοῦ πελάγου.
Στὸν ἴσκιο τοῦ μεγάλου καραβιοῦ
τὴν ὥρα ποὺ σφύριξε ὁ ἐργάτης
ἄφησα τὴ στοργὴ στοὺς ἀργυραμοιβούς.
Πήλιο, 19 Αὐγούστου 1935
Σεφέρης Γιώργος
Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009
Η Εφηβεία της Λήθης
να σκουρήνουν οι διαφορές και τ'αδιάφορα
κι ανοίγω τα παράθυρα.Δεν επείγει
αλλά το κάνω έτσι για να μην σκεβρώσει η κίνηση.
Δανείζομαι το κεφάλι της πρώην περιέργειας μου
και το περιστρέφω.Όχι ακριβώς περιστρέφω.
Καλησπερίζω δουλικά όλους αυτούς τους κόλακες
των φόβων,τα αστέρια .Όχι ακριβώς καλησπερίζω.
Στερεώνω με βλεμμάτινη κλωστή
τ'ασημένια κουμπάκια της απόστασης
κάποια που έχουν ξηλωθεί τρέμουνε και θα πέσουν.
Δεν επείγει.Το κάνω μόνο για να δείξω στην απόσταση
πόσο ευγνωμονώ την προσφορά της.
Αν δεν υπήρχε η απόσταση
θα μαραζώνανε τα μακρινά ταξίδια
με μηχανάκι θα μας έφερναν στα σπίτια
σαν πίτσες την υφήλιο που ορέχτηκε η φυγή μας.
Θα ήτανε σαν βδέλλες κολλημένα
πάνω στα νιάτα τα γεράματα
και θα με φώναζαν γιαγιά απ'τα χαράματά μου
εγγόνια μου και έρως αδιακρίτως.
Και τι θα ήταν τ'άστρα
δίχως την υποστήριξη που τους παρέχει η απόσταση.
Επίγεια ασημικά,τίποτα κηροπήγια τασάκια
να ρίχνει εκεί τις στάχτες του ο αρειμάνιος πλούτος
να επενδύει ο θαυμασμός την υπερτίμησή του.
Αν δεν υπήρχε απόσταση
στον ενικό θα μας μιλούσε η νοσταλγία.
Οι σπάνιες τώρα ντροπαλές της συναντήσεις
με την πληθυντική ανάγκη μας
μοιραία τότε θ'αφομοίωναν
την αλανιάρα γλώσσα της συχνότητας.
Βέβαια,αν δεν υπήρχε η απόσταση
δεν θα'τανε σαν άστρο μακρινό εκείνος ο πλησίον
θα'ρχοταν στην πρωτεύουσα προσέγγιση
μόνο δυο βήματα θ'απέχανε τα όνειρα
από τη σκιαγράφησή του.
Όπως κοντά μας θα παρέμενε
η ύστατη φευγάλα της ψυχής.
Προς τί η τόση περιπλάνηση.Χώρος
κενός υπάρχει.Εμείς θα κατεβαίναμε
να ζήσουμε στο υπόγειο κορμί μας
κι εκείνη με τον μύθο της και τα συμπράγκαλά του
θα μετεμψυχωνότανε σε σώμα.
Αν δεν υπήρχες εσύ απόσταση
θα πέρναγε πολύ ευκολότερα
πιο γρήγορα εν μια νυκτί η λήθη
τη δύσκολη παρατεταμένη εφηβεία της
αυτό που χάριν ευφωνίας ονομάζουμε μνήμη.
Όχι ακριβώς μνήμη.Στερεώνω
με βλεμμάτινη κλωστή ομοιώσεις
έχουν ξηλωθεί τρέμουνε και θα πέσουν.
Όχι ακριβώς στερεώνω.Δουλικά περιστρέφομαι
γύρω απ'αυτούς τους κόλακες του χρόνου που
χάριν συντομίας τους ονόμασα μνήμη.
Όχι ακριβώς μνήμη.Ανεφοδιάζω διάττοντες
με παρατεταμένη εκμηδένιση.Επείγει.
κική δημουλά
M.F. Husain
Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009
Ήχοι ανάπαιστοι κι ανύπαρκτοι
αντίρροπων διανυσμάτων
νικηφόρα κόντρα
τραβά η κεντρομόλος
της καρδιάς μου
και της προσπάθειας
η κούραση βαραίνει το τοπίο
- Κοίτα μπροστά!
Προχώρα!
... μια φωνή ψιθυρίζει
κάθε που ο δακρικός πόρος
γεννά και μια
θαλασσινή πορφύρα
'Ομως, ο ψίθυρος
δε φτάνει να μεταφραστεί
κάποτε από το Είναι,
αυτό που στέκει πια
υπέρκορο
απ' τους ψιθύρους
των θυμήσεων και
της ανάσας σου
(20.09.09)
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009
Unchaining minds
Φεύγοντας
ζυγίζεις το χρόνο
Η αποκομιδή σού φτάνει
να γυρίσεις και μια
και δυο ζωές
αν θες
Το πόμολο γέρνει
βασανιστικά
και ανατριχιάζει
πέφτοντας ο σοβάς
απ' τη στριγκιά
της πόρτας
τη φωνή
Σκοτάδι.
Ή μήπως άπλετο φως
που τυφλώνει
κι έχω τα μάτια κλειστα;
Αδυναμία εύρεσης
απαντήσεων...
Με δουλεύω
Με ψέματα
με νανουρίζω
τα νωπά τούτα βράδυα
σα να φοβάμαι
Τί φοβάμαι;
Τα δεδομένα
κάνουν ουρά
στις πονεμένες κυψέλες του Νου
Τί μου συμβαίνει;
- Θα στο δείξει το επόμενο
ζύγι, κορίτσι μου.
(20.09.09)
Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009
Ανία
και ραμφίζουν τη σάρκα
μα ανάμεσα
σ' ό,τι διχάζει το παρόν απ' του νου τις αχνές
ψευδαισθήσεις
σαν τη σκουριά της βροχής
στάλα τη στάλα θρυμματίζονται οι σκέψεις
Ασθμαίνουν οι λέξεις
βουβαίνεται
η αφή
ιδρώνουν μελάνι οι σελίδες
και ξέπνοοι πνίγονται στο άναρθρο οι στίχοι
Ανέχειες καινούργιες και παλιές πλησμονές
Με μια γεύση ολοσκότεινη βάφουν τα χείλη
Κωστής Κουτσουρέλης
Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009
[...] Σχισμένο ψαθάκι
και καταφύγια για την ψυχή μου. Κι εκεί
που είναι όλα έτοιμα κι έχω αρχίσει να βολεύομαι,
εκεί που είναι τα πάντα τακτοποιημένα
και κάθομαι λίγο να ξεκουραστώ και να κάμω τσιγαράκι,
μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει.
-Τι 'ναι τούτα δω τα σκιάχτρα; μου λέει.
Δεν είναι για σένα η λούφα, κορίτσι μου.
Πάλι πλαστογραφίες κάνεις;
Και βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και
τα κάνω όλα κεραμιδαριό.
Ύστερα κάθομαι σταυροπόδι και γλείφω τις πληγές μου
σαν το σκυλί. Δεν πειράζει, λέω. Πάμε γι' άλλα.
Όπως και να 'χει το πράμα, η Ρόζυ γεννήθηκε
με το βλέμμα καρφωμένο στο ξημέρωμα.
Όρτζα τα πανιά λοιπόν.
Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου.
Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο
που έχει σμαραγδένια φεγγάρια στο κατάρτι του
κι έναν ξεσκούφωτο ήλιο
αληταρά για τιμονιέρη.
Ένα ψαροκάικο χωρίς ρότα.
Αλκυόνη Παπαδάκη
για τη meggie,
τη Λίτσα,
τη Χάρις (αλήθεια πού χάθηκες μικρή???)
και τη Ζ.
Κυριακή 23 Αυγούστου 2009
Πόσο; ... τόσο
Κυριακή 16 Αυγούστου 2009
Τρίτη 11 Αυγούστου 2009
MaL Du dePaRt
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Για το Μαδράς, τη Σιγγαπούρ, τ' Αλγέρι και το Σφαξ
θ' αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
κι εγώ, σκυφτός σ' ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.
Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ
οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα' χω πια ξεχάσει,
κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ' όποιον ρωτά:
"Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει..."
Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει,
κι αυτό τ' ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
θα σημαδέψει κι άφοβα τον φταίχτη θα χτυπήσει.
Κι εγώ που τόσο πόθησα μια μέρα να ταφώ
σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,
θα 'χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.
Καββαδίας Νίκος
Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009
Ηλιαχτίδα
Να σ'αναζητώ άμοιρη ψυχή μου
Έχασα καιρό άμοιρη ψυχή μου
Θεέ μου πώς ποθώ μιαν ηλιαχτίδα
Ταίρι φωτεινό νά 'χω φυλαχτό
Σε ηλιόλουστη πατρίδα
Σε ταξίδι μυστικό
Με ουράνια πυξίδα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα
Σβήνω και ξεχνώ τα περασμένα
Ένα πρωινό όλα θά 'ναι αλλιώς
Τα κομμάτια μου ενωμένα
Θά 'χω δρόμο ανοιχτό
Και στο πλάι μου εσένα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα
Τετάρτη 29 Ιουλίου 2009
Εκδρομή στους ιθαγενείς
Οι Iban, μια από τις δεκάδες ιθαγενεις φυλές που ζουν
στο Βόρνεο, σε ημι-άγρια κατάσταση...
Ο παγανισμός αγκαλιάζει τον καθολικισμό,
οι ιστορίες για βορρά ανθρώπινης σάρκας
καλύπτονται περίτεχνα... Όπου ο Θεός δεν βοηθά,
επιστρατεύεται ο σαμάνος, κι όταν κι αυτός αδυνατεί
σειρά έχουν τα φυσοκάλαμα και τα μαχαίρια...
Τα μωρά, όμως, όπως όλα τα μωρά μετά από
κάμποσα λεπτά αμηχανίας...
με έβαλαν στο παιχνίδι τους...
Τρίτη 28 Ιουλίου 2009
Πέμπτη 23 Ιουλίου 2009
Lee Bai's Poem
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009
Will you be there?
Mother & child
Klimt
Hold me
Like the river jordan
And I will then say to thee
You are my friend
Carry me
Like you are my brother
Love me like a mother
Will you be there?
Weary
Tell me will you hold me
When wrong, will you skold me
When lost will you find me?
But they told me
A man should be faithful
And walk when not able
And fight till the end
But Im only human
Everyone 's taking control of me
Seems that the worlds
Got a role for me
Im so confused
Will you show to me
Youll be there for me
And care enough to bear me
lead me
lay your head lowly
softly then boldly
carry me there
hold me
love me and feed me
kiss me and free me
I will feel blessed
carry
carry me boldly
lift me up slowly
carry me there
save me
heal me and bathe me
softly you say to me
I will be there
lift me
lift me up slowly
carry me boldly
show me you care
hold me
lay your head lowly
softly then boldly
carry me there
need me
love me and feed me
kiss me and free me
I will feel blessed
In our darkest hour
In my deepest despair
Will you still care?
Will you be there?
In my trials
And my tripulations
Through our doubts
And frustrations
In my violence
In my turbulence
Through my fear
And my confessions
In my anguish and my pain
Through my joy and my sorrow
In the promise of another tomorrow
I 'll never let you part
For you 're always in my heart.
Danae-
Klimt
Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009
Μικρή σπονδή στη δύση
Τρίτη 30 Ιουνίου 2009
Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές --
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πείς πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.
Σάββατο 27 Ιουνίου 2009
Carousel
She's from a world
Of popcorn and candy
Pony rides for a dime
Little children laughing
I'm from a world
Of disapointments and confusions
But I want her to be mine
I started talking
She kept on walking
She disappeared into the crowd
I lost my heart
On the carousel
To a circus girl
Who left my heart in pieces
Lost my heart
On The carousel
To a circus girl
Who ran away.
I was the clown
And she was the dancer
We both knew it wouldn't work
But we took our chances
What I can't recall
Is if there was a girl at all
Or was it my imagination?
I still remember
All of those faces
And now all I have is memories.
I lost my heart
On the carousel
To a circus girl
Who left my heart in pieces
Lost my heart
On The carousel
To a circus girl
Who ran away.
Two different people
In love for an instant
To see that the circus came today
Sometimes I can hear her crying here
And I can hear her calling me.
Don't you know?
I lost my heart
On the carousel
To a circus girl
Who left my heart in pieces
Lost my heart
On The carousel
To a circus girl
Who ran away
This is it......
Κυριακή 21 Ιουνίου 2009
Σάββατο 20 Ιουνίου 2009
Πρίσμα τεσσάρων γωνιών
ιώδεις διαθλάσεις
στη συστολή ζητούσα
ανάσα για καιρό
και τώρα στάγδην
τη διαστολή βιώνω...
-αυτή των οριζόντων-
κι από το πρίσμα,
το τετράγωνο,
με μία δέσμη
-αυτή, τη μωβ-
ζητώ να ταξειδεύω
απ' τον κατάμαυρο βυθό
στης άμμου το βελούδο
Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009
Frederico Garcia Lorca
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι.
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ,
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι Σταυροφόροι.
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου.
Στο ρωγοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε ακαμάτης τ' αχαμνά του.
Του ταύρου ο Πίκασσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι.
Τραβέρσο ανάποδο - πορεία προς το Βοριά.
Τράβα μπροστά - ξοπίσω εμείς - και μη σε μέλλει.
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια.
Τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ' έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια.
Ατσίγγανε κι Αφέντη μου, με τι να σε στολίσω;
Φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό.
Στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κ' ίσα έν' αντρίκιο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.
Κοπέλες απ' το Δίστομο φέρτε νερό και ξίδι.
Κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι,
μέσ' απ' τα διψασμένα της χωράφια τ' ανοιχτά.
Βάρκα του βάλτου ανάστροφη, φτενή, δίχως καρένα.
Σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά.
Σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό ν' ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.
Έτσι αποτυπώθηκε... ως εικόνα η σφαγή του Διστόμου (10 Ιούνη)
που διάβαζα στην Ιστορία για τις πανελλαδικές...
πέρασαν τέσσερα χρόνια...
Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009
Καλλιγράφημα
Σάββατο 6 Ιουνίου 2009
DaNcInG iN tHe DaRk
-I've seen it all
I have seen the trees
I have seen the willow leaves dancing in the breeze
I've seen a man killed by his best friend
And lives that were over before they were spent
I've seen what I was and I know what I'll be
I've seen it all there is no more to see
-You haven't seen elephants, kings or Peru
-I'm happy to say I had better to do
-What about China? Have you seen the Great Wall?
-All walls are great if the roof doesn't fall
-The man you will marry, the home you will share
-To be honest, I really don't care
-You've never been to Niagara Falls?
-I have seen water
It's water, that's all
-The Eiffel Tower
And the Empire State
-What else was a sigh
and what ails the state
-Your grandson's hand
As he plays with your hair
-To be honest, I really don't care
I've seen it all
I've seen the dark
I've seen the brightness in one little spark
I've seen what I choose and I've seen what I need
And that is enough
To want more would be greed
I've seen what I was and I know what I'll be
I've seen it all there is no more to see
You've seen it all and all you have seen
You can always review on your own little screen
The light and the dark the big and the small
Just keep in mind you need no more at all
You've seen what you were and know what you'll be
You've seen it all there is no more to see
Κυριακή 24 Μαΐου 2009
Αγύριστο κεφάλι
Φυσάει ένας αέρας που σαρώνει
ενθύμια παλιά και φυλακτά
Οι ήρωες το σκάνε απ' την οθόνη
ξυλάρμενοι τραβανε στ'ανοιχτα
δεν ξέρω γέμισε μου το ποτήρι
πού μας πηγαίνει αυτό το τρεχαντήρι,
δεν ξέρω γέμισε μου το ποτήρι
Τα μάρμαρα στο φως αντιφεγγίζουν
σε ποιο ταξίδι σ' έχω ξαναδεί
τυφλά πουλιά το τζάμι μου ραμφίζουν
το πλένει στα φανάρια ένα παιδί
κι ένας τελάλης σ' έρημη πλατεία
τριάντα χρόνια ψάχνει την αιτία
Στους δρόμους καβαλάρηδες καλπάζουν
και κυνηγούν τ' αδέσποτα σκυλιά
και οι νοικοκυραίοι που τρομάζουν,
ξορκίζουν μ' αγιασμό το σατανά
Δεν είναι εδώ Βαλκάνια, σου το 'πα
εδώ είναι παίξε γέλασε και σώπα
δεν είναι εδώ Βαλκάνια, σου το 'πα
εδώ είναι παίξε γέλασε και σώπα
Φυσάει ένας αέρας που σαρώνει,
μα εγώ είμ' ένα τραγούδι αλλοτινό
στου δρόμου το λιοπύρι και το χιόνι
αγύριστο κεφάλι θα γυρνώ
Στα χέρια σου αφήνω το τιμόνι
κι η πιο μεγάλη νύχτα ξημερώνει...
Σάββατο 16 Μαΐου 2009
Λήσταρχος Νταβέλης
πέρα στην Ανθούσα,στο Πεντελικό
με μια φουστανέλα
βάραγα φουρνέλα,τρόμαζα το ιππικό.
Σ`όλα τα μπουρδέλα
τ`όνομά μου πρώτο,λήσταρχος Νταβέλης
λήσταρχος μπουρλότο κι άλλο περιστατικό.
Είχα γκόμενες ντουζίνα
στον Περαία,στην Αθήνα ορφανά και κουμπαριές
μπαμ και μπουμ και βία
στα νεκροταφεία μοίραζα φτιαριές.
Στην παρανομία τ`όνομά μου πρώτο
λήσταρχος Νταβέλης,λήσταρχος μπουρλότο
παντρεμένες μου αγκαλιές.
Τώρα είμαι δικός σου
περιστατικό σου μ`ονομάζουνε
και στον κάτω κόσμο
οι πότες,οι πουτάνες κι οι ιππότες
με καταδικάζουνε.
Κυριακές μια θεία απ`την Πλακεντία
μ`άναψε φωτιές.
Μια φορά που ζούσα
αστραπές μετρούσα μ`ένα άλογο
μαύρο σαν το Χάρο,δέκα μ`ένα σμπάρο
ποιο διάλογο.
Κάτι απελπισμένους είχα κουστωδία
στους κυνηγημένους είχα τα πρωτεία
στον κατάλογο.
Μα η δούκισσά μου
στην κρυφή σπηλιά μου είχε αναπαυθεί.
Είχε μείνει ώρα
είχε αφήσει δώρα κάτι τιμαλφή.
Ό,τι κι αν σου γράψω απ`το κρησφύγετό μου
ο παλιο-Νταβέλης που είχα εαυτό μου
τώρα εσένα έχει ερωτευτεί.
Τώρα είμαι δικός σου
περιστατικό σου μ`ονομάζουνε
και στον κάτω κόσμο
οι πότες,οι πουτάνες κι οι ιππότες
με καταδικάζουνε.
Σάββατο είχα κάτσει να με φαν οι μπάτσοι
πάνω στη στροφή
Κραουνάκης Σταμάτης
Παρασκευή 8 Μαΐου 2009
Τ' όνειρο, μικρή...
Πέμπτη 16 Απριλίου 2009
Σκοπιά
Και βλέπουμε χρωματιστές εκτάσεις
Οι σκέψεις μας γίνονται γεννιούνται
Στην κάθε μας ματιά.
Δεν άνθησαν ματαίως τόσα θαύματα
Η χάρη τους είναι ψηλή περιπλοκάδα
Που σφίγγει τα μελλούμενα και την ζωή μας
Μέσα στ' αστέρια.
Εμπειρίκος Ανδρέας
Δευτέρα 6 Απριλίου 2009
Το πέταγμά σου
ούτε το μαύρο που ξεβάφουν οι αριθμοί
δεν είναι ο κόσμος που σου κλέβει τον αέρα
και τα σκοτάδια που σου γνέφουν λογισμοί
Αυτό που μοιάζει φυλακή
είναι το πέταγμά σου
που 'χει φτερά μα δεν μπορεί
να κόψει τα δεσμά σου
Πάρε το φως του έρωτα
μαχαίρι απ' την καρδιά μου
άσε τη γη για τους πολλούς
και πέτα εδώ κοντά μου.
Δεν είναι εκείνος που σου μίκρυνε τα βράδια
ούτε που τώρα δεν μπορείς να ονειρευτείς
κοίτα λιγάκι τι σου λένε τα σημάδια
και στο χαμό σου, σου ζητούν ν' αντισταθείς.
Αυτό που μοιάζει φυλακή
είναι το πέταγμά σου
που 'χει φτερά μα δεν μπορεί
να κόψει τα δεσμά σου
Πάρε το φως του έρωτα
μαχαίρι απ' την καρδιά μου
άσε τη γη για τους πολλούς
και πέτα εδώ κοντά μου.
Κυριακή 5 Απριλίου 2009
Της άμμου καθρεφτίσματα
να απομακρύνει το σκοτάδι
Μ' ένα ξύλο αρμυρό,
που γίνηκε λείο
από τα δόντια των κυμάτων
ζωγραφίζω στην άμμο
στιγμιαίες εικόνες- σκέψεις
χαράζω του αργίλου
τον καθρέφτη
και συνάμα παρατηρώ
μέσα του, το είδωλο
της φιγούρας μου.
Άρχισε να ανατριχιάζει
τη θάλασσα
αεράκι
ένας παραπονιάρης νοτιάς
βουρκωμένος...
ξέρει πως το πρωί θα στεγνώσει
τα μάτια του ο ήλιος
γιατί...
κρύβεται ο ήλιος.
Δε χάνεται
... σκοτεινιάζει
ξανάρχεται...
(Απρίλης 09')
Sun Island, Maldives
Καλοκαίρι 2006
PURDAH
Νεφρίτης-
Πέτρωμα απ' την πλευρά
την εναγώνια
Πλευρά του άγουρου Αδάμ
Χαμογελώ, σταυρώνοντας τα πόδια μου,
Αινιγματική,
Αίρω τη διαφάνειά μου,
Είμαι τόσο πολύτιμη!
Δες πώς ο ήλιος κάνει αυτό τον ώμο να λάμπει!
Και όταν
η σελήνη,
η ακούραστη εξαδέλφη μου,
ανατείλει, με το καρκινικό της χλόμιασμα,
σέρνοντας δέντρα-
θαμνώδεις μικρούς πολύποδες,
μικρά δίχτυα,
η ορατότητα μου χάνεται.
Φεγγοβολώ σαν καθρέφτης.
Σε αυτή μου την όψη
αφικνείται ο νυμφίος
Άρχοντας των κατόπτρων!
Οδηγεί τον εαυτό του
στο εσωτερικό,
ανάμεσα από τα μεταξένια
παραπετάσματα,
αυτά τα θροίζοντα εξαρτήματα.
Ανασαίνω και το πέπλο
του στόματος κυματίζει
Το πέπλο
του ματιού μου
είναι μια αλληλουχία ουράνιων τόξων.
Είμαι δική του.
Ακόμα και κατά
την απουσία του,
Περιστρέφομαι στο
κουβάρι μου από φενάκες,
ανεκτίμητη και σιωπηλη
εν μέσω παπαγάλων και μακάο!
Ω φλύαροι!
Ακόλουθοι της βλεφαρίδας
θα εξαπολύσω
τα φτερά μου σαν παγόνι.
Ακόλουθοι των χειλιών
θα εξαπολύσω
μια νότα
... που θα θρυμματίσει
τον αέριο πολυέλαιο
με τους κρυστάλλους του,
που ίπτανται όλη μέρα
... ένα εκατομμύριο αδαείς.
Ακόλουθοι!
Ακόλουθοι!
Και στο επόμενο βήμα του
θα εξαπολύσω
Θα εξαπολύσω-
από τη μικρή διαμαντοστόλιστη
κούκλα, που φυλάει σαν την καρδιά του-
τη λέαινα,
τη στριγκλιά στο μπάνιο,
τον μανδύα των οπών.
Sylvia Plath
Κυριακή 29 Μαρτίου 2009
Ωδή και Eλεγεία των Oδών
του πρώτου πωλητού η ζωηρά κραυγή·
το άνοιγμα των πρώτων παραθύρων,
της πρώτης θύρας — είναι ωδή,
ην έχουν την πρωίαν αι οδοί.
Τα βήματα του τελευταίου διαβάτου·
του πωλητού του τελευταίου η κραυγή·
το κλείσιμον θυρών και παραθύρων —
είναι της ελεγείας η αυδή,
ην έχουν την εσπέραν αι οδοί.
Κ.Π Καβάφης
Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009
Έρχομ' Eγώ…
K' έτσι σε ημέραν ηλιόκαλην όπως
το βραδινό ξαφναπλώνουμε σκότος
κλείνοντας γύρω μας κάθε φεγγίτη
για να χαρούμ' εκεί απάνου στον τοίχο
κάποιους ριγμένους μ' έν' άλλο φως ήσκιους,
έτσι στο φως της ζωής μου ένα σκότος
έξαφν' απλώνω. Tης είπα της Nύχτας:
―Kλέφτρα, δεν τρέμω, να ψάξω 'σε στάσου.―
K' έκλεισα μέσα μου κάθε φεγγίτη
για να χαρώ ξανοιγμένον απάνου
στου μυστηρίου τον αγκρέμιστο τοίχο,
ω! τον ολόφωτον ήσκιον, Eσένα!
Kαι της καρδιάς: ―Ξερριζώσου, της είπα,
και της βουλής μου: ―Παράλυτη πέσε!
Σβύσου! Tης μνήμης, της γνώμης: Kοιμήσου!
Tη φαντασία την έπνιξα, σπρώχνω
κάθε χαρά στο γκρεμό, κάθε λύπη
τη μαχαιρώνω, κι ολάγρια μαδώντας
ποδοπατώ της αγάπης τα ρόδα.
K' έκραξα: ―Mάτια, κλειστήτε, και χείλη
μου, βουβαθήτε, κι αυτιά, μην ακούτε.
Kι όταν το είναι μου ολόγυμνον, άλλο,
ξένο και απ' όλα του γύρω και ολούθε
σαν από αέρα και σαν από λαύρα
το γοργοφύσημ' ακράτητο πήρε
προς τ' αξεδιάλυτου χάους το δρόμο,
είπα:
―Eσύ τώρα, εσύ τώρα, εσύ τώρα,
γίνε Kαρδιά, Φαντασία και Mνήμη,
δείξου Bουλή, γλυκοπρόσταξε Γνώμη,
κάψε με Λύπη, Xαρά φίλησέ με,
κλείσε μ' εσύ στην αγκάλη σου, αγάπη,
στόμα μου εσύ και ακοές μου και μάτια.
Kάμε μ' Eσύ, κλείσου μέσα μου Eγώ μου
και με του είναι μου σμίξου το είναι!
Κωστής Παλαμάς
(K' έχω από σας μια δόξα να ζητήσω, Eρμής 2001)
Κυριακή 15 Μαρτίου 2009
Observing
κι αρχίσει στα ψηλά
να αχνοφαίνεται μια λάμψη
...μην το λυπάσαι
Ψάξε στην ανάσα σου να βρεις
τα λάθη σου, που οι αισθήσεις
σού τα κρύβουν
Ψάξε- μόνο μέσα σου θα βρείς
τον κόσμο τον ανέγγιχτο
όχι τον γκρίζο
Κι όταν μερώσει
και διαβείς, θα 'χεις ξανά
το φως σου...
θα 'χεις νικήσει τον τυφλό
τον άλλο εαυτό σου..
Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009
[...] Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή
Κάτι θα γίνει . Δεν μπορεί ..
Η ζωή ποτέ δεν περιφρόνησε τους εραστές της .
Και κάτι άλλο . Ίσως πιο ποιητικό .
Φύτεψε άνθη στις ρωγμές της πίκρας σου .
Κι υστερα, βρες ένα μικρούλι ξέφωτο και κάθισε
ν' απολαύσεις τ' άρωμά τους .
Α ! Κι αν θέλεις , μην ξεχάσεις πως υπάρχουν πάντα κάποιοι
που αξίζει να τους προσφέρεις ένα σου χρυσάνθεμο .. !
Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009
Αγαπάω
Τα θολά τα ματάκια, τους αρρώστους ανθρώπους,
τα ξερά γυμνά δέντρα και τα έρημα πάρκα,
τις νεκρές πολιτείες, τους τρισκότεινους τόπους.
Τους σκυφτούς οδειπόρους που μ ένα δισάκι
για μια πολιτεία μακρινή ξεκινάνε,
τους τυφλούς μουσικούς των πολύβοων δρόμων,
τους φτωχούς τους αλήτες, αυτούς που πεινάνε.
Τα χλωμά τα κορίτσια που πάντα προσμένουν
τον ιππότην που είδαν μια βραδιάστ όνειρό τους,
να φανεί απ τα βάθη του απέραντου δρόμου.
Τους κοιμώμενους κύκνους πάνω στ ασπρόφτερό τους
Τα καράβια που φεύγουν για καινούργια ταξίδια
και δεν ξέρουν καλά – αν ποτέ θα ρθουν πίσω
αγαπάω, και θα θελα μαζί τους να πάω
κι ούτε πια να γυρίσω
Αγαπάω τις κλαμένες ωραίες γυναίκες
που κοιτάνε μακριά, που κοιτάνε θλιμμένα...
αγαπάω σε τούτον τον κόσμο – ό,τι κλαίει
γιατί μοιάζει μ εμένα.
[...] Το χρώμα του φεγγαριού
Ήτανε κείνο το δέντρο στα σύννορα του καπνοχώραφου, η κερασιά. Ήτανε κι ένα αστέρι που τρεμόσβηνε στο ματοτσίνορο τ' ουρανού. Μια ξάστερη νύχτα του Μάρτη, η κερασιά ένιωσε φόβο. Άπλωσε τα κλαδιά της στον ουρανό κι αναστέναξε βαθιά. Τ' αστέρι την κοίταξε στα μάτια και της χαμογέλασε.
- Τι χρώμα έχει η λύπη; ρώτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά. Δεν άκουσες; Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;
- Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος στην αγγαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλέ.
- Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
- Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
- Τί χρώμα έχει η χαρά;
- Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.
- Και η μοναξιά;
- Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
- Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
Τ' αστέρι έκλεισε τα ματια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
- Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
- Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο.
- Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
- Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
- Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε τo αστέρι…
Κοίταξε μακριά στο κενό. Και δάκρυσε.
Ρώτησε ξαφνικά το δέντρο.
- Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του. Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι.
Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους. Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους.
Αυτός που γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες. Που χώνεται στο θολό ποτάμι ως το λαιμό. Και μια στιγμή, μέσα σ' αυτό το χαλασμό, απλώνει τα παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλιά του. Αυτός είναι ο δυνατός.
Ένα κουκούλι έπεσε κείνη την ώρα στο χώμα κι έσπασε.
Μια πολύχρωμη πεταλούδα πήδηξε από μέσα, ξεδίπλωσε τα φτερά της και πέταξε γύρω από τις μυρτιές.
Ύστερα κοντοστάθηκε, κοίταξε μια στιγμή στα μάτια το Θεό, και ψιθύρισε:
- Γειά σου! Τι όμορφος που είναι ο κόσμος σου!
- Το τραγούδι που λέει η καγκελόπορτα, όταν ανοίγει και μπαίνει κάποιος που αγαπάς.
- Δείξε μου ένα ακριβό στολίδι.
- Τα καράβια και τους Ινδιάνους με τα βέλη και τα πολύχρωμα φτερά, που είναι ζωγραφισμένα στους άσπρους τοίχους μιας καμαρούλας.
- Όμορφη βραδιά απόψε. Aκου, πως τραγουδάει το τριζόνι!
Σε λίγο θα βγεί ο Αυγερινός.
Σε λίγο θα ξημερώσει. Κοίτα που ξεχάστηκε μια ξελογιασμένη καρδερίνα. Και ξαγρυπνά. Κοιτάζει το φεγγάρι. Και ονειρεύεται…
- Σε λίγο θα ξημερώσει… Κοίτα που ξεχάστηκαν κάποιοι ξελογιασμένοι άνθρωποι. Και ξαγρυπνούν. Κοιτάζουν το φεγγάρι. Κι ονειρεύονται… Ονειρεύονται και ελπίζουν…
Κυριακή 8 Μαρτίου 2009
Ο Υπερσιβηρικός
Υπάρχουν πολλές φορές θεωρήσεις
Μα πάντα με σφύζοντα τα τούμπα των
Θα φεύγουνε τα τραίνα
Παρίσι Λυών Μεσόγειος
Λονδίνο Ενδιβούργον
Και πρώτο απ' όλα
Στην στιλβηδόνα της σιδηροτροχιάς
Μόσχα- Ιρκούτσκ- Βλαδιβοστόκ
Στη στέπα και στις πόλεις
(Άσπρη τολύπα θριαμβευτικός καπνός)
Βαρύγδουπος Μεσσίας
Και σαν γαμπρός λαμπρός
Απ' την Ευρώπη στην Ασία
Γοργός αρχάγγελος διασυρίζων
Ο Υπερσιβηρικός.
Εμπειρίκος Ανδρέας
Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009
Ο φάρος
Ο φάρος απάθιζε τα κύματα
με το ρουμπίνι και με το ζαφείρι
κι' ένας αέρας μες τα κρίματα
σήκωνε την αλμύρα πανηγύρι
Η νύχτα μια μποέμισσα χορεύτρια
σαν τη Σαλώμη βγήκε βόλτα στο λιμάνι
Κι' ένας πανσέληνος
απρόσεκτος Θεός
της έκανε μια τρύπα
με το πούρο στο φουστάνι
Ο φάρος απάθιζε τα κύματα
με το ρουμπίνι και με το ζαφείρι
κι ένας απρόσεκτος παλιός Θεός
άδειασε στην υγειά της το ποτήρι
Λουδοβίκος των Ανωγείων
Φάρος Ζέας